Η έννοια του ψηλού κτηρίου
είναι προφανώς σχετική και μεταβάλλεται σε κάθε χώρα με την πάροδο των
δεκαετιών. Στις βιομηχανικά ανεπτυγμένες χώρες ορίζεται ως «ψηλό» ένα
κτίσμα που φτάνει τουλάχιστον τα 23 μέτρα. Αυτός ο προσδιορισμός
σχετίζεται με την πυρασφάλεια, επειδή τα περισσότερα πυροσβεστικά
οχήματα διαθέτουν σκάλες για διάσωση ανθρώπων που φτάνουν μέχρι αυτό το
ύψος. Τα κτήρια που είναι ψηλότερα από 23 μέτρα πρέπει να είναι ειδικά
διαρρυθμισμένα (οδοί διαφυγής κλπ.) και να διαθέτουν ιδιαίτερες
πυροσβεστικές εγκαταστάσεις.
| ||
| ||
Τα πρώτα ψηλά κτήρια προέκυψαν στο Σικάγο των
ΗΠΑ από τη δεκαετία του 1880 και μετά, όταν ο πληθυσμός της πόλης
ξεπέρασε το ένα εκατομμύριο κατοίκους και ανέβηκαν αημαντικά οι τιμές
των οικοπέδων στις κεντρικές περιοχές της πόλης. Ευκολότερη διέξοδος από
το δίλημμα και για την αποφυγή επιφανειακής επέκτασης της πόλης ήταν η
αύξηση του ύψους των κτηρίων. Οι τεχνικές βελτιώσεις που έδιναν τη
δυνατότητα κατασκευής ψηλών κτηρίων ήταν η ανάπτυξη ηλεκτρομηχανικών ανελκυστήρων (ασανσέρ), η αξιοποίηση πυρίμαχων οικοδομικών υλικών αλλά κυρίως η ανάπτυξη της τεχνολογίας κατασκευής οικοδομικού σκελετού.
Η μέθοδος αυτή, κατά την οποία στήνεται ο σκελετός ως φέρων οργανισμός
του κτηρίου και στη συνέχεια καλύπτονται οι πλευρές με τοιχοποιΐα,
αντικατέστησε τις παλιές μεθόδους, στις οποίες οι τοίχοι από τούβλα ή
πέτρες στήριζαν όλες τις υπερκείμενες κατασκευές. Τα υλικά κατασκευής
σκελετού είναι το ξύλο, ο χάλυβας και το σιδηροπαγές σκυρόδεμα.
Το πρώτο κτήριο στο Σικάγο, στο οποίο επελέγη η λύση της «καθ' ύψος
επέκτασης» ήταν το Home Insurance Building που κατασκευάστηκε το έτος
1885 και καθαιρέθηκε το 1931. Αυτό το κτήριο είχε ύψος 55 μέτρων και 10
ορόφους, χαρακτηρίστηκε δε ως πρώτο κτήριο «ουρανοξύστης» (skyscraper),
αν και αργότερα καθιερώθηκε να χαρακτηρίζονται ως ουρανοξύστες κτήρια με
ύψος άνω των 150 m. Στη συνέχεια ακολούθησε το κτήριο αιθουσών για
διαλέξεις, Auditorium Building (τώρα Roosevelt University) που
κατασκευάστηκε στα έτη 1885-89. Οι αίθουσες διαλέξεων αυτού του κτηρίου
διαθέτουν μία εντυπωσιακή ακουστική. Τρίτο στη σειρά κατασκευάστηκς το
κτήριο Reliance Building στα έτη 1890-1894, το οποίο θεωρείται ο
πρόδρομος των μεταγενέστερων κτηρίων σε όλο τον κόσμο με γυάλινες
προσόψεις. Στα ίδια χρόνια κατασκευάστηκε στη Νέα Υόρκη το World
Building, το οποίο ήταν με τα 95 μέτρα ύψος για κάποιο διάστημα το
υψηλότερο κτήριο στον κόσμο. κατεδαφίστηκε το έτος 1955.
Το έτος 1931 ολοκληρώθηκε η κατασκευή του Empire State Building με 102 ορόφους και συνολικά 1576 σκαλοπάτια. Η οικοδόμησή του σχετίζεται με την κατάρρευση του χρηματιστηρίου το έτος 1929 (κραχ), η οποία προκάλεσε μια παγκόσμια οικονομική κρίση. Επειδή αυτή η κρίση οδήγησε σε μεγάλο αριθμό ανέργων, αποφασίστηκε να υποστηριχτεί η κατασκευή αυτού του κτηρίου, ώστε να δημιουργηθούν βραχυπρόθεσμα θέσεις εργασίας. Σημαντικό ρόλο για τη γρήγορη και αποδοτική κατασκευή του ουρανοξύστη έπαιξε η οργάνωση των έργων, στην οποία αξιοποιήθηκαν οι ιδέες παραγωγής του Henry Ford, αλλά τώρα σε «κατακόρυφο επίπεδο». Κατά μέσο όρο κατασκευάζονταν 7 όροφοι ανά δύο εβδομάδες και τελικά τοποθετήθηκαν 50.000 χαλύβδινες δοκοί, οι οποίοι μεταφέρονταν από τα χαλυβουργεία του Pittsburgh. Στην κορυφή του είχε το κτήριο σταθμό για την πρόσδεση αεροπλοίων, τα οποία τότε θεωρούνταν ανερχόμενο μεταφορικό μέσο. Αν και τα επίσημα εγκαίνια του κτηρίου έγιναν το έτος 1931, μέχρι τις αρχές της δεκαετίας του 1940 δεν είχαν πουληθεί ή ενοικιαστεί όλοι οι χώροι αυτού του ουρανοξύστη, ο οποίος αποτελεί και στις αρχές του 21ου αιώνα ένα από τα σημαντικά αξιοθέατα της Νέας Υόρκης. | ||
| ||
Στην Ευρώπη άργησαν να κατασκευαστούν ψηλά
κτήρια και τα πρώτα που στήθηκαν ήταν αρκετά χαμηλοτερα από τα
αμερικάνικα. Οι αρχές των ευρωπαϊκών κρατών απέφευγαν για αρκετές
δεκαετίες να εγκρίνουν την κατασκευή ψηλών κτηρίων, αφενός για λόγους
αισθητικής και αφετέρου για την ασφάλεια από πυρκαγιές. Με την ύστερη
γνώση των τελευταίων δεκαετιών μπορούμε να εκτιμήσουμε ότι οι ενδοιασμοί
αυτοί αποδείχθηκαν ορθοί, τόσο στον τομέα της εικόνας των πόλεων, όσο
και στο ζήτημα της προστασίας τν ανθρώπων από πυρκαγές, τρομοκρατικές
ενέργειες κ.ά. Με την πάροδο του χρόνου ξεπεράστηκαν οι αντιρρήσεις και
στήθηκαν σε όλο τον κόσμο ψηλά κτήρια με πολλές τεχνικές βελτιώσεις.
|
||
Γέφυρες | ||
Η κατασκευή γεφυρών πρέπει να είναι
ένα από τα πρώτα έργα «υποδομής» τους ανθρώπου, τα οποία υλοποίησε εκ
των ενόντων αξιοποιώντας κορμούς δέντρων που είχαν πέσει στο έδαφος. Οι
γέφυρες από τους πρώτους ιστορικούς χρόνους ήταν πέτρινες ή ξύλινες, από
τις οποίες έχουν διασωθεί μέχρι σήμερα πέτρινες μυκηναϊκές γέφυρες. Οι ξύλινες γέφυρες
που έχουν διασωθεί είναι σαφώς μικρότερης ηλικίας, λόγω του υλικού
κατασκευής, το οποίο απαιτεί συνεχή συντήρηση. Οι Ρωμαίοι κατασκεύαζαν
ήδη γέφυρες με
ανοικτά τόξα, από πέτρα ή από το ειδικό μπετόν που είχαν αναπτύξει. Ένα
δείγμα ρωμαϊκής γεφυροποιΐας που διασώζεται ακόμα σε άριστη κατάσταση,
είναι η γέφυρα Pont du Gard στη Γαλλία.
Ιστορικό ενδιαφέρον έχουν επίσης κρεμαστές γέφυρες στην Κίνα περί το 300 π.Χ. στην επαρχία Γιουνάν. Το ξύλινο δάπεδο της γέφυρας στην πόλη King-tung-fu κρεμόταν από αλυσίδες με κρίκους από σφυρήλατο σίδηρο. Ο Marco Polo (Πόλο, 1254-1324) περιέγραψε δώδεκα τέτοιες γέφυρες που γνώρισε κατά τα ταξίδια του στην Κίνα. Ενδιαφέρουσες περιγραφές γι' αυτές τις γέφυρες υπάρχουν επίσης σε χειρόγραφα Περσών και Αράβων περιηγητών, σύγχρονων του Πόλο. Στη νότια Αμερική είχαν εγκαταστήσει οι Ινδιάνοι Ίνκας ένα εκτεταμένο δίκτυο δρόμων κατά μήκος των εδαφών προς τον Ειρηνικό ωκεανό και πάνω στις ‘Ανδεις, με πολλές κρεμαστές γέφυρες από σκοινιά. Μάλιστα, μερικές από αυτές οι γέφυρες ήταν κατασκευασμένες για δρομείς και άλλες για κοπάδια λάμα. Μέχρι το 18ο αιώνα επικρατούσε στη γεφυροποιΐα η ρωμαϊκή τεχνική, με τις βελτιώσεις που καθιερώθηκαν από το 16ο αιώνα. Η πρώτη γέφυρα από σύγχρονο υλικό, χυτοσίδηρο, είναι η «Ironbridge» με άνοιγμα 30 μέτρων που κατασκεύασε ο μηχανικός Abraham Darby (Ντάρμπυ, 1750-1791) το έτος 1779 στο Coalbrookdale της Αγγλίας. Η βελτίωση στην επεξεργασία του χάλυβα έδωσε τη δυνατότητα να αυξηθεί η αντοχή του σε εφελκυσμό και να κατασκευαστούν με αυτό το υλικό μεγάλες κρεμαστές γέφυρες. Από τις πρώτες αυτού του είδους είναι η γέφυρα Menai στην Ουαλία με κεντρικό άνοιγμα 177 m και συνολικό μήκος 521 m. Κατασκευάστηκε από τον Thomas Telford (Τέλφορντ, 1757-1834) στα χρόνια 1818-1826. | ||
| ||
Το επόμενο σύγχρονο υλικό, το μπετόν, αξιοποιήθηκε στη γεφυροποιΐα κατά το δεύτερο μέρος του 19ου αιώνα.
η πρώτη γέφυρα αυτού του είδους, αν και μικρή, κατασκευάστηκε το έτος
1875 από τον Joseph Monier (Μονιέ, 1823-1906). Γέφυρες από σιδηροπαγές
σκυρόδεμα με μεγάλα τόξα κατασκευάστηκαν τις πρώτες δεκαετίες του 20ου αιώνα. Μετά το β' παγκόσμιο πόλεμο αναπτύχθηκε η τεχνολογία του προεντεταμένου σκυροδέματος και οι νεότερες γέφυρες που ακατασκευάζονταν διέθεταν ακόμα μεγαλύτερα ανοίγματα και ήταν πιο λεπτές.
|
||
Το τραίνο στα σύννεφα
Ο συρμός περνάει μέσα από διάφορες ερήμους αλατιού, όπως τις Salar de Cauchari, Salar Pocitos, Salar de Arizaro στην Αργεντινή και την Salar Punta Negra στη Χιλή. Αρχικός προορισμός αυτής της γραμμής ήταν να μεταφέρει νιτρικό κάλιο (salpeter) από την Αργεντινή στο λιμάνι του Ειρηνικού. Στις τελευταίες δεκαετίες απέκτησε όμως η διαδρομή τουριστικό ενδιαφέρον και γι' αυτό έχει εξοπλιστεί το «Tren a las Nubes» με όλα τα κομφόρ για την υποδοχή περίπου 30.000 εύπορων τουριστών ετησίως. |
Τετάρτη 26 Ιουνίου 2013
Ψηλά κτήρια
Εγγραφή σε:
Σχόλια ανάρτησης (Atom)
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου